ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΟΥΡΟΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΕΩΣ
ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ
Το ουροποιητικό σύστημα αποτελείται από δύο νεφρούς, δύο ουρητήρες, την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα. Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως είναι το δεύτερο σε συχνότητα νεόπλασμα του ουροποιητικού συστήματος. Κάθε χρόνο περισσότερα από 70.000 άτομα στις Η.Π.Α., διαγιγνώσκονται με καρκίνο της ουροδόχου κύστεως και περισσότερα από 14.000 από αυτά θα πεθάνουν από τη νόσο. Η προληπτική εξέταση, για καρκίνο, πριν την εμφάνιση συμπτωμάτων, βοηθάει να ανακαλυφθεί ο καρκίνος σε αρχικά στάδια και να αντιμετωπιστεί, δεδομένου ότι ο πρώιμος καρκίνος της ουροδόχου κύστεως, έχει υψηλά ποσοστά επιβίωσης, περίπου 85%.
Παράγοντες κινδύνου
- Ηλικία >65 ετών (πιο συχνός σε άνδρες)
- Κάπνισμα (ο πιο σημαντικός)
- Έκθεση σε χημικές ουσίες και βαρέα μέταλλα στο χώρο εργασίας
- Εργαζόμενοι σε χώρους επεξεργασίας δέρματος, ελαστικών, βαφών, πίσσας, πετρελαιοειδών
- Χημειοθεραπευτικά φάρμακα (κυκλοφωφαμίδη, ιφοσφαμίδη)
- Ακτινοθεραπευτική αγωγή στην περιοχή της πυέλου
- Χρόνιες λοιμώξεις της ουροδόχου κύστεως
- Υπερχλωριωμένο νερό
- Χρήση καθετήρος για μακρύ χρονικό διάστημα
- Πόση νερού με υψηλά επίπεδα αρσενικού
Συμπτώματα ουροθηλιακού καρκίνου
- Αιματουρία (μακροσκοπική ή μικροσκοπική) συνήθως ανώδυνη
- Συχνουρία, επιτακτική ούρηση
- Επώδυνη ούρηση
- Κοιλιακό ή πυελικό άλγος
- Αδυναμία , καταβολή
- Απώλεια βάρους
Εξετάσεις και προσεγγίσεις που απαιτούνται για τη διάγνωση του καρκίνου της ουροδόχου κύστεως
- Κυτταρολογική ούρων
- Κυστεοσκόπηση
- Απεικονιστικές μέθοδοι
- Βιοψία
ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ
Η κυτταρολογική εξέταση ούρων είναι μία εργαστηριακή εξέταση, κατά την οποία, δείγμα ούρων εξετάζεται στο μικροσκόπιο, για την παρουσία μη φυσιολογικών κυττάρων.
Χρησιμοποιείται, για τη διάγνωση προκαρκινικών ή καρκινικών αλλοιώσεων της ουροδόχου κύστεως, ενώ συγχρόνως μπορεί να ανακαλύψει καρκίνο των νεφρών, του προστάτη, των ουρητήρων και της ουρήθρας. Επιπλέον, αφορά ασθενείς με λοίμωξη του ουροποιητικού ή άτομα υψηλού κινδύνου, για την ανάπτυξη καρκίνου, καθώς, επίσης, είναι δυνατόν να εντοπίσει ιογενείς λοιμώξεις. Τέλος, χρησιμοποιείται, για την παρακολούθηση ασθενών που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία, για καρκίνο ουροδόχου κύστεως και για την έγκαιρη διάγνωση τυχόν υποτροπής.
Είναι σημαντικό, να τονιστεί, ότι αυτή η εξέταση δεν ανακαλύπτει τον καρκίνο πάντα ούτε μπορεί να αποκλείσει τον καρκίνο. Η κυτταρολογική ούρων συμβάλλει, κυρίως, στην ανεύρεση μεγάλων και πιο επιθετικών καρκίνων και όχι μικρών που αναπτύσσονται βραδέως.
Μέθοδοι συλλογής δείγματος για κυτταρολογική εξέταση
Οι κύριες, μέθοδοι συλλογής δείγματος είναι:
- Ούρα ελεύθερης ούρησης
- Ούρα που λαμβάνονται με καθετηριασμό
- Τεχνικές απευθείας λήψης δειγμάτων
- Έκπλυση κύστεως
- Συλλογή κυττάρων με καθετηριασμό των ουρητήρων
- Λήψη υλικού με ψήκτρα
Ούρα ελεύθερης ούρησης
Πρόκειται για την πιο απλή και λιγότερο δαπανηρή μέθοδο εξέτασης του ουροποιητικού συστήματος. Η κυτταρολογική ούρων προτιμάται, για την αρχική εκτίμηση των ανωμαλιών της ουρήθρας, της ουροδόχου κύστεως, των ουρητήρων και της νεφρικής πυέλου.
Τα ούρα συλλέγονται σε αποστειρωμένο μικρού μεγέθους δοχείο (ουρομπόξ). Τα ιδανικά ούρα συλλογής είναι τα δεύτερα πρωινά. Μετά τη συλλογή θα πρέπει να αποστέλλονται στο εργαστήριο εντός 6 – 12 ωρών ή να φυλάσσονται στο ψυγείο για λίγες μόνο ώρες ή να συλλέγονται σε μονιμοποιητικό υγρό της υγρής φάσης εκτός ψυγείου για 24 – 48 ώρες. Απαιτούνται 3 δείγματα ούρων σε διαφορετικές ημέρες. Τα ούρα ελεύθερης ούρησης είναι δυνατόν να παρασκευασθούν για μικροσκόπηση, είτε με τη συμβατική μέθοδο (κυτταροφυγόκεντρος, μεμβράνη φίλτρου) είτε με τη μέθοδο της υγρής φάσης.
Απόδοση Κυτταρολογικού Διαγνωστικού Αποτελέσματος
Η ιδανική ορολογία για την έκφραση της Κυτταρολογικής διάγνωσης έχει ως εξής:
- Μη ικανοποιητικό δείγμα
- Αρνητικό για κακοήθεια
- Ατυπία κυττάρων
- Ύποπτο για κακοήθεια
- Θετικό για κακοήθεια
Εάν άτυπα ή καρκινικά κύτταρα παρατηρηθούν στην κυτταρολογική ούρων, ο θεράπων ιατρός θα προχωρήσει σε κυστεοσκόπηση ή αξονική τομογραφία (CT), για να διαπιστωθεί, εάν η ουροδόχος κύστη ή το ουροποιητικό σύστημα παρουσιάζει ανωμαλίες.
Νεοπλασματικοί δείκτες που βρίσκουν εφαρμογή σε δείγματα ούρων, χρήσιμοι, στην κλινική πράξη.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι εξής δείκτες:
- UroVysion : ανιχνεύει χρωμοσωμιακές ανωμαλίες, όπως 3,4,7,8,9,10,11,13,14,17 και 18.
- BTA tests: ανιχνεύουν στα ούρα μία ουσία που ονομάζεται νεοπλασματικό αντιγόνο της κύστεως.
- Immunocyt: ανιχνεύει την παρουσία βλέννης και καρκινοεμβρυϊκού αντιγόνου (CEA).
- NMP22 (Nuclear Matrix Protein): ανιχνεύει μια πρωτεΐνη την NMP22 στα ούρα, η οποία, συνήθως, βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα σε καρκίνο της κύστεως. Μπορεί, όμως, να ανιχνευθεί και σε καλοήθεις καταστάσεις, όπως ουρολιθίαση, λοίμωξη ή φλεγμονή.
- BLCA-4 (Bladder Cancer Antigen-4): εκφράζεται σε φυσιολογικά κύτταρα της κύστεως καθώς και σε νεοπλάσματα της ουροδόχου κύστεως.
- Survivin (Αντιαποπτωτική πρωτεΐνη): εκφράζεται σε νεοπλάσματα ουροδόχου κύστεως.
- UBC tests: ανιχνεύει πρωτοπαθή ή υποτροπιάζοντα καρκίνο της ουροδόχου κύστεως με ευαισθησία 35-79% και ειδικότητα 68-92%.
- CYFRA 21-1 : ανιχνεύει καλοήθεις αλλοιώσεις, όπως ουρολιθίαση, φλεγμονή του ουροποιητικού και υπερπλασία του προστάτη. Ευαισθησία 78% έναντι της κυτταρολογικής 92%.
- Υαλουρονικό οξύ (HA) – Υαλουρονιδάση(HAase): ανιχνεύει καρκίνο ουροδόχου κύστεως με ευαισθησία 83-94% (χαμηλού βαθμού κακοήθειας 75-91%, διάμεσου βαθμού 84-100% και υψηλού βαθμού 92-100%)
- Τελομεράση: ανιχνεύει καρκίνο ουροδόχου κύστεως
Άλλοι : Quanticyt
Fibroblast Growth Factor Receptor 3 (FGFR3)
Mucin 7 (MUC 7)
VEFG
Νεοπλασματικοί δείκτες που συνήθως εφαρμόζονται σε κυτταρολογικά δείγματα ούρων με τη μέθοδο της ανοσοκυτταροχημείας:
- CKs (CK7, CK20)
- P53
- Ki 67
- P 16
- EGFR
- E-Cadherin
Συμπέρασμα
Η κυτταρολογική εξέταση ούρων σε συνδυασμό με την κυστεοσκόπηση παραμένουν οι βασικές προσεγγίσεις για την εκτίμηση των αλλοιώσεων της ουροδόχου κύστεως και ιδιαίτερα για τον αποκλεισμό νεοπλασματικής εξεργασίας. Η συμβατική κυτταρολογική εξέταση έχει πολύ υψηλή ειδικότητα για την ανίχνευση ουροθηλιακού καρκίνου, αλλά πολύ χαμηλή ευαισθησία, ειδικά για χαμηλού βαθμού κακοηθείας νεοπλάσματα. Λόγω των περιορισμών της κυτταρολογικής ούρων και του υψηλού κόστους της κυστεοσκόπησης, το ενδιαφέρον έχει επικεντρωθεί στην ανάπτυξη δεικτών με υψηλή ευαισθησία, σε αντίθεση με την υψηλή ειδικότητα της κυτταρολογικής εξετάσεως. Επομένως, ο συνδυασμός της κυτταρολογικής εξέτασης, της κυστεοσκόπησης και των νεοπλασματικών δεικτών, φαίνεται ότι είναι χρήσιμος, για την αύξηση της ειδικότητος και της ευαισθησίας της διάγνωσης του ουροθηλιακού καρκίνου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- American Cancer Society 2016.
- Bhatia A, Dey P, Kalkar N et al. Malignant atypical cell in urine cytology: a diagnostic dilemma cytojournal. 2006;3:28
- Koss L., Hoda R.: Koss’s Cytology of the Urinary Tract with Histopathologic Correlations, Springer. N.York, London, 2012
- Planz B, Jochims E, Deix T et al. The role of urinary cytology for detection of bladder cancer. Eur J Surg Oncol. 2005;31:304-8
- Planz B, Synek Ch, Deix Th et al. Diagnosis of Bladder Cancer with Urinary Cytology, Immunocytology and DNA – image cytometry. Annal Cell Pathol.2001;22:103-109
- VandenBussche C. A review of the Paris system for reporting urinary cytology. Cytopathology 2016;27